Στοχάσου
αγκάθι του βουνού
που έρημο αρμενίζεις
το άγονο και άχρωμο ανηφόρι.
Άνοιξε τα φτερά
για όπου ονειρεύτηκες.
Κανείς δεν ξέρει,
πίστεψε με,
το νέκταρ της ζωής
για να το βρει
πόσο ψηλά ή χαμηλά
μπορεί να φτάσει.
Βλέπεις τα κρίνα
και τις μαύρες μορφονιές,
κόκκινες παπαρούνες
με ένα σταυρό κατάστηθα,
καλογριές
και συλλογές τρελών αγριολούλουδων.
Και θες
σαν μέλισσα να λιχνισθείς
πάνω στους μίσχους
και στα πέταλα,
με ύμνους αηδονιού
και με ρυθμούς
που γράφτηκαν
στις πλάκες του παραμυθιού
η αρετή είναι γνώση
αλλά η γιαγιά κοιμήθηκε
προτού να το τελειώσει.
Τρέχα
κάτω απ το δάκρυ του ουρανού
μες την πυκνή ομίχλη
ή μες στα ξέφωτα αν θες
ανατολής και δύσης
και πες
στο διάφανο νερό των ρυακιών
πως μόνο η καρδιά και όχι ο νους
μπορεί να ακολουθήσει
το ουράνιο τόξο της ψυχής
που ψάχνει λυτρωμό.
Πες τους ακόμα
αγκάθι του βουνού,
η μέρα και η νύχτα
ποτέ δεν είναι αντάμα
και χωριστά τα πρέπει τους
είναι να ταξιδεύουν
πάνω στις ράγες του καιρού
σαν λεπτοδείκτες βιαστικοί
μα κάθε αυγή
τι κρίμα αλήθεια,
χιλιάδες πέταλα χρωματιστά
μοναχικά, με ένα σταυρό στην πλάτη
αργοπεθαίνουν άγουρα
στων ελαιών το μονοπάτι.
Στοχάσου.
Εσύ κι εγώ
είμαστε από όλους πιο πολλοί.
Έχεις τα μάτια και τα βλέφαρα της γης
στο πρόσωπο σου.
Είσαι ένα χάδι που αριθμεί
πάνω από χίλιες αγκαλιές.
Είσαι ένας ήλιος που μπορεί
όλο το σύμπαν να φωτίσει.
Στοχάσου
αγκάθι του βουνού
που έρημο αρμενίζεις
το άγονο και άχρωμο ανηφόρι
ότι δεν είσαι μόνο σου
αρκεί να βρεις
στις πεδιάδες της ζωής
το δεύτερο εαυτό σου
και μέσα στις νοερές σπηλιές,
τις ανήλιες, το φως σου.
ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ
αγκάθι του βουνού
που έρημο αρμενίζεις
το άγονο και άχρωμο ανηφόρι.
Άνοιξε τα φτερά
για όπου ονειρεύτηκες.
Κανείς δεν ξέρει,
πίστεψε με,
το νέκταρ της ζωής
για να το βρει
πόσο ψηλά ή χαμηλά
μπορεί να φτάσει.
Βλέπεις τα κρίνα
και τις μαύρες μορφονιές,
κόκκινες παπαρούνες
με ένα σταυρό κατάστηθα,
καλογριές
και συλλογές τρελών αγριολούλουδων.
Και θες
σαν μέλισσα να λιχνισθείς
πάνω στους μίσχους
και στα πέταλα,
με ύμνους αηδονιού
και με ρυθμούς
που γράφτηκαν
στις πλάκες του παραμυθιού
η αρετή είναι γνώση
αλλά η γιαγιά κοιμήθηκε
προτού να το τελειώσει.
Τρέχα
κάτω απ το δάκρυ του ουρανού
μες την πυκνή ομίχλη
ή μες στα ξέφωτα αν θες
ανατολής και δύσης
και πες
στο διάφανο νερό των ρυακιών
πως μόνο η καρδιά και όχι ο νους
μπορεί να ακολουθήσει
το ουράνιο τόξο της ψυχής
που ψάχνει λυτρωμό.
Πες τους ακόμα
αγκάθι του βουνού,
η μέρα και η νύχτα
ποτέ δεν είναι αντάμα
και χωριστά τα πρέπει τους
είναι να ταξιδεύουν
πάνω στις ράγες του καιρού
σαν λεπτοδείκτες βιαστικοί
μα κάθε αυγή
τι κρίμα αλήθεια,
χιλιάδες πέταλα χρωματιστά
μοναχικά, με ένα σταυρό στην πλάτη
αργοπεθαίνουν άγουρα
στων ελαιών το μονοπάτι.
Στοχάσου.
Εσύ κι εγώ
είμαστε από όλους πιο πολλοί.
Έχεις τα μάτια και τα βλέφαρα της γης
στο πρόσωπο σου.
Είσαι ένα χάδι που αριθμεί
πάνω από χίλιες αγκαλιές.
Είσαι ένας ήλιος που μπορεί
όλο το σύμπαν να φωτίσει.
Στοχάσου
αγκάθι του βουνού
που έρημο αρμενίζεις
το άγονο και άχρωμο ανηφόρι
ότι δεν είσαι μόνο σου
αρκεί να βρεις
στις πεδιάδες της ζωής
το δεύτερο εαυτό σου
και μέσα στις νοερές σπηλιές,
τις ανήλιες, το φως σου.
ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου