Ax!!!!!!!!! Μισή Ώρα Ανάσα!
Εργαζόμουν σε εστιατόριο ακριβώς απέναντι από το Presbyterian Hospital in New York, 10:30 με 11 πρωινή ήταν η δική μου, μισή ελεύθερη ώρα, ώρα για φαγητό, μπορούσα να κάνω το σώμα μου ότι ήθελα, συνήθως έβγαινα έξω να πάρω καθαρό αέρα ή ας πούμε να μου φύγει από πάνω μου αυτό το αίσθημα της καταπιεστικής σκλαβιάς. Άλλοι άνθρωποι δεν το καταλάβαιναν ή τους άρεσε, εμένα με πέθαινε, γυρνώντας στο σπίτι, η κούραση μου αφαιρούσε κάθε πρωτοβουλία, γινόμουν ένα κινούμενο πτώμα, αλλά υποχρεωτικά έσκυβα το κεφάλι στο δεκάωρο εργασίας έπρεπε να βγει ο επιούσιος.
Η γυναίκα μου, με συνάντησε σε αυτή την μισή ώρα ανάσας μου και πήγαμε μαζί στην τράπεζα που ήταν κοντά μας. Αυτή γύρισε σπίτι κι εγώ στην δουλειά μου, οπότε λαβαίνω ένα τηλεφώνημα, στην μισή ώρα αυτή, που ήταν προσδιορισμένη για να ανασάνω, κλέφτες έσπασαν την πόρτα του διαμερίσματος και είχαν κλέψει ότι βρήκαν.
Με κομμένη την ανάσα έφυγα νωρίτερα απ’ τη δουλειά, πήγα σπίτι ήρθε η αστυνομία, έκαναν κατάλογο των κλεμμένων, τα παιδιά είχαν γυρίσει απ’ το σχολείο, αγόρασα καινούργια κλειδαριά, αλλά τι το θέλεις ο φόβος και η ανασφάλεια άρχισαν να μας πνίγουν.
Με κομμένη την ανάσα έφυγα νωρίτερα απ’ τη δουλειά, πήγα σπίτι ήρθε η αστυνομία, έκαναν κατάλογο των κλεμμένων, τα παιδιά είχαν γυρίσει απ’ το σχολείο, αγόρασα καινούργια κλειδαριά, αλλά τι το θέλεις ο φόβος και η ανασφάλεια άρχισαν να μας πνίγουν.
Η σκάλα ήταν στο κέντρο του κτηρίου, όχι δεν ήταν ουρανοξύστης είχε μόνο πέντε ορόφους, ούτε είχε ανελκυστήρα.
Δυο παιδιά παίζανε τρέχοντας τα σκαλοπάτια, το ένα έμενε στον πρώτο όροφο, το άλλο στον πέμπτο. Σε μια στιγμή πάνω στην κάψα του παιχνιδιού το παιδί που έμενε στον πέμπτο όροφο έτρεξε να φύγει να πάει στο διαμέρισμά του. Το του πρώτου ορόφου έβγαλε το πιστόλι και σημάδεψε από κάτω προς τα πάνω. Τον πέτυχε καθώς ανέβαινε τα σκαλιά του τρίτου ορόφου. Έπεσε νεκρό λίγο πιο πάνω από την πόρτα μου. Την μισάνοιξα, άκουσα τις φωνές, τη σειρήνα του νοσοκομειακού, μετά ήρθε η αστυνομία. Βγήκα στον διάδρομο ρώτησα, έμαθα, ξανακλείστηκα στο διαμέρισμά μου, την άλλη μέρα μαζί με άλλους ενοίκους πήγαμε στο γραφείο κηδειών να δώσουμε το ύστατο χαίρε στους οικείους του παιδιού. Η οικογένεια του σκοτωμένου έψαξε βρήκε άλλο διαμέρισμα κι έφυγε απ το κτήριο. Η σκηνή σε ένα κτίριο της πάλε ποτέ ελληνικής γειτονιάς του Washington Heights Νέας Υόρκης, όχι δεν ήταν Ελληνικό γκέτο αλλά μια γειτονιά που άλλαζε προς το χειρότερο. Ακριβώς δίπλα μας η εκκλησία και το κοινοτικό απογευματινό σχολείο των Αγίων Αναργύρων, εκεί όπου έμαθαν τα παιδιά μας τα πρώτα τους ελληνικά γράμματα. Ναι στο σχολείο της κοινότητας υπήρχαν προβλήματα, οι έλληνες διηρημένοι είχαν πολλές έριδες αναμεταξύ τους.
Είχαμε κάνα χρόνο που είχαμε έρθει στην χώρα των ευκαιριών, προερχόμενοι από την Γουατεμάλα δεν γνωρίζαμε νόμους και συνήθεις του τόπου, . Δεν είχαμε την πολυτέλεια σπουδών ή να διαλέξεις εργασία, έπρεπε να βγει το μεροκάματο… Μετά μόλις σκοτείνιαζε καθόμουν κλεισμένος στο διαμέρισμα και προσπαθούσα να καταλάβω τη διαφορά της ψυχοσύνθεσης των λαών, αλλά μ’ έπνιγε το άγχος, ζητούσα ψυχική βοήθεια, από Don ‘κύριος’, έγινα για το σύστημα Peón ‘ανειδίκευτος’ , κανένας δεν με καταλάβαινε, ούτε ο γιατρός που πήγα, ένας πραγματιστής Πειραιώτης, αποτέλεσμα σήκωνα το βάρος του κατεστημένου στο στήθος μου επάνω, το άγχος μου έγινε έλκος, πέρασε καιρός μέχρι που να συνηθίσω να σκύβω το κεφάλι…
Το κατεστημένο, τόσο δυνατό!!!!! Αλέθει την ατομικότητά σου σε έναν ομοιόμορφο κόκκο άμμου και τον πετά σε μια απέραντη κοσμοπολίτικη αμμουδιά, σε μια αμμουδιά που άλλοι την πατούν και λασπώνουν, άλλοι χτίζουν παλάτια, άλλοι φυτεύουν λουλούδια, σε αυτή την αμμουδιά κρύβεται, το μυστικό σου, η χαμένη προσωπικότητά σου, μια προσωπικότητα που μόνο εσύ γνωρίζεις.
Γαβριήλ Παναγιωσούλης
Νέα Υόρκη
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου